Οι μη αλκοολούχες μπύρες δηλώνουν δυναμικά παρούσες στην καρδιά του Oktoberfest

Κοινοποίηση:

Οι μπύρες με χαμηλή ή μηδενική περιεκτικότητα αλκοόλ δηλώνουν δυναμικά παρόν στο Oktoberfest, επιβεβαιώνοντας για ακόμα μια φορά ότι το καταναλωτικό κοινό δείχνει να στρέφεται σιγά σιγά σε πιο υγιεινές επιλογές.

Στο φετινό Oktoberfest 16 από τις συνολικά 18 μεγάλες σκηνές που βρίσκονται στον χώρο της εκδήλωσης σερβίρουν και μη αλκοολούχες μπύρες, σε τιμές παρόμοιες με αυτές των παραδοσιακών επιλογών, δηλαδή μεταξύ 13,6 και 15,3 ευρώ για μια κούπα χωρητικότητας 1 λίτρου, χωρίς όμως τον κίνδυνο μέθης.

Υπενθυμίζεται ότι φέτος για πρώτη φορά στην πατρίδα του Oktoberfest, το Μόναχο, άνοιξε και ένα beer garden, με την ονομασία «Die Null», ήτοι «το μηδέν» στα γερμανικά, που σερβίρει μπύρες χωρίς αλκοόλ, mocktails και άλλα ποτά άνευ αλκοόλ, κοντά στον κεντρικό σταθμό του τρένου της πόλης, το οποίο έχει σταματήσει προσωρινά την λειτουργία του για όσο διαρκεί το Oktoberfest.

Ο managing director του οργανισμού Society of Hop Research στα βόρεια του Μονάχου, Walter Konig, δήλωσε πως για την παραγωγή μπυρών άνευ οι επιστήμονες χρειάστηκε να ζυμώσουν ειδικούς λυκίσκους, ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν «ζωντανό» το χαρακτηριστικό άρωμα, που χάνεται κατά την διαδικασία αφαίρεσης του αλκοόλ, αν χρησιμοποιηθούν παραδοσιακοί λυκίσκοι. Φυσικά, όπως ανέφερε και ο ίδιος σε δηλώσεις του στο Associated Press, αυτό που ενδιαφέρει τους καταναλωτές είναι το ποτό που δοκιμάζουν να είναι ισάξιο σε γεύση με τις παραδοσιακές μπύρες.

Την σημασία των ετικετών χωρίς αλκοόλ αναγνωρίζει και ο επικεφαλής ζυθοποιός της αρχαιότερης παραγωγού μπύρας παγκοσμίως Weihenstephan, Tobias Zollo, που δηλώνει πως οι μη αλκοολούχες επιλογές διαθέτουν παρόμοια γεύση με τις παραδοσιακές, αλλά έχουν λιγότερες θερμίδες και από αναψυκτικά χάρη στις τεχνικές ζύμωσης για αφαίρεση του αλκοόλ.

Αυτή τη στιγμή από τον συνολικό όγκο παραγωγής της Weihenstephan, που ιδρύθηκε πριν από σχεδόν μια χιλιετία, δηλαδή το μακρινό 1040 από Βενεδικτίνους μοναχούς, η μη αλκοολούχες μπύρες με σιτάρι και οι lager άνευ αποτελούν το 10%, ποσοστό αντίστοιχο με αυτά της μέσης γερμανικής ζυθοποιίας. Όπως αναφέρει ο Zollo, οι καταναλωτές έχουν μειώσει σημαντικά τον αριθμό των μπυρών που πίνουν, και η Weihenstephan καταβάλει την μέγιστη προσπάθεια για να παράξει μη αλκοολούχες ετικέτες με παρόμοια γεύση με μια παραδοσιακή Weihenstephan.

Με πληροφορίες από Associated Press

Κοινοποίηση:
Προτεινόμενα
Προτεινόμενα